«Το παιδί μου έχει καθυστέρηση στις δεξιότητες σίτισης, αυτό σημαίνει ότι θα έχει καθυστέρηση και στην ανάπτυξη ομιλίας του;»

Σαφώς χρησιμοποιούμε κάποιες από τις ίδιες στοματοπροσωπικές δομές, για τη σίτιση και την ομιλία.˙Οι δεξιότητες αυτές αναπτύσσονται παράλληλα. Τα παιδιά ξεκινούν να αναπτύσσουν τις βασικές στοματοπροσωπικές κινήσεις που χρησιμοποιούνται στη σίτιση (π.χ. κίνηση χειλιών, γλώσσας, υπερώας), ώστε να αποκτήσουν τις πιο περίπλοκες δεξιότητες που απαιτούνται για την παραγωγή λόγου. Τα μωρά συνήθως αναπτύσσουν συγκεκριμένες στοματοπροσωπικές κινήσεις για την σίτισή τους, προτού συνδυάσουν αυτές τις κινήσεις με ήχο, στο βάβισμα. Τα μωρά τυπικά αυξάνουν την παραγωγή φωνημάτων τους και το εύρος των ήχων τους, αφότου έχουν εισέλθει στο στάδιο, όπου έχει γίνει εισαγωγή τροφών με περισσότερη υφή.

Υπάρχει όμως άμεση σύνδεση μεταξύ των δύο αυτών δεξιοτήτων;

Όταν τα παιδιά δυσκολεύονται με συγκεκριμένες στοματικές κινήσεις, όπως επίσης και με τον συντονισμό κατά την διάρκεια της σίτισης, είναι πολύ πιθανόν να συναντήσουν παρόμοιες δυσκολίες στην παραγωγή ήχων της ομιλίας. Για παράδειγμα, το παιδί που έχει δυσκολίες με την ανύψωση του άκρου της γλώσσας στη σίτιση, πιθανόν να έχει δυσκολίες με την ανύψωση του άκρου της γλώσσας στην ομιλία. Παρόλα αυτά, αυτό από μόνο του δεν αποδεικνύει πως οι στοματικές κινήσεις στη σίτιση, απαιτούνται και για την ανάπτυξη ομιλίας – διαφορετικά, τα μωρά που τρέφονται αποκλειστικά μέσω σωλήνα σίτισης, δε θα ανέπτυσσαν ομιλία. Αυτά τα παιδιά μπορεί να μην είχαν εμπειρίες στοματικής σίτισης, αλλά μπορούν να αναπτύσσουν τον λόγο, χωρίς δυσκολία. Αυτό υποδηλώνει πως είναι πολύ σημαντικές κι άλλες στοματικές εμπειρίες, πέραν της σίτισης, οι οποίες συμβάλλουν στην ανάπτυξη του λόγου. Για παράδειγμα, τα παιδιά, μπορούν να αναπτύσσουν τις στοματικές τους δεξιότητες μέσω της μάσησης των παιχνιδιών, αντικειμένων, δαχτύλων κλπ – εξερευνώντας τον αισθητηριακό τους κόσμο μέσω του στόματος και της γλώσσας. Επεξεργάζονται τις υφές των αντικειμένων, όπως επίσης ανακαλύπτουν τί μπορεί να κάνει η στοματική τους δομή (χείλη, γλώσσα, υπερώα, παρειές). Αυτή η αισθητηριακή επίγνωση είναι επίσης απαραίτητο κομμάτι της ανάπτυξης του λόγου.

Επομένως υπάρχει ξεκάθαρα μια σύνδεση μεταξύ σίτισης και ανάπτυξης ομιλίας καθώς και τα δύο αυτά συστήματα χρησιμοποιούν την ίδια ανατομία και παρόμοιες διαδικασίες.

Η ανάπτυξη σίτισης ξεκινά με επαναλαμβανόμενο πιπίλισμα. Αυτή είναι μια δεξιότητα που τα μωρά βελτιστοποιούν και τελειοποιούν με το χρόνο. Με τον ίδιο τρόπο το βάβισμα, που αποτελεί την βάση ανάπτυξης του λόγου, είναι κι αυτό επαναλαμβανόμενο και βελτιστοποιείται με το χρόνο. Παρόλα αυτά, κάποιοι επιστήμονες πιστεύουν πως η ομιλία και η σίτιση αναπτύσσονται σαν δύο διαφορετικά μονοπάτια στον εγκέφαλο. Αυτά τα δύο συστήματα είναι αλληλένδετα, όμως το μονοπάτι ανάπτυξης του λόγου δεν εξαρτάται από το μονοπάτι της σίτισης. Επομένως δεν φαίνεται να υπάρχει κάποια άμεση αιτιολογική σύνδεση – δηλαδή, εάν το παιδί έχει δυσκολίες στην σίτιση, δεν σημαίνει απαραίτητα ότι θα συναντήσει δυσκολίες με την παραγωγή ήχων και λόγου. Παρόμοια, τα παιδιά που έχουν δυσκολίες στους ήχους του λόγου, δεν έχουν απαραίτητα δυσκολίες στη σίτιση. Αυτό που είναι σημαντικό είναι σε κάθε παιδί που έχει δυσκολίες με την σίτιση, να δίνονται οι ευκαιρίες να εξασκηθεί στην απόκτηση αυτών των δεξιοτήτων, μέσω κινητικών και αισθητηριακών εμπειριών και μέσω παρατήρησης των ενηλίκων να κάνουν χρήση αυτών των δεξιοτήτων. Ενόσω η πλειονότητα των παιδιών αναπτύσσουν στοματικοκινητικές δεξιότητες, πρωτίστως μέσω της σίτισης και εν συνεχεία γενικεύουν αυτές, για την παραγωγή λόγου, άλλα παιδιά πιθανόν να αναπτύξουν τις δεξιότητές τους αρχικά μέσω του παιχνιδιού με ήχους και εν συνεχεία να γενικεύσουν αυτές τις δεξιότητες, για να τις χρησιμοποιήσουν για τη σίτιση.

«Το παιδί μου δεν μασάει…αυτό, θα επηρεάσει και την ομιλία του;»

Τα παιδιά μπορεί να δυσκολεύονται στη μάσηση για πολλούς διαφορετικούς λόγους. Κάποια παιδιά έχουν την ικανότητα και τις δεξιότητες να μασήσουν (π.χ. έχουν επαρκείς στοματικές κινήσεις και τον συντονισμό τους για να μασήσουν) αλλά δεν μασάνε όταν τους δίνεται κατάλληλη τροφή. Αυτά τα παιδιά μπορεί να έχουν κάποιου είδους αισθητηριακή ή συμπεριφορική δυσκολία στην σίτιση. Για παράδειγμα, μπορεί να κρατάνε την στέρεη τροφή στο στόμα τους χωρίς να την δαγκώνουν/μασάνε…ή μπορεί να δέχονται να φάνε μόνο πολτοποιημένη τροφή που να μπορούν να καταπιούν κατευθείαν χωρίς καμία άλλη στοματική χρήση ή μάσηση. Σε αυτές τις περιπτώσεις, το παιδί μπορεί να μην έχει κάποια δυσκολία με την κινητικότητα – κινητικότητα την οποία μετέπειτα θα χρησιμοποιήσει για την ανάπτυξη του λόγου.

Πηγές

www.feedingtalk.co.uk/ , Pediatric Dysphagia: Physiology, Assessment, and Management, Pamela Dodrill Memorie M Gosa 2015